Last updated on 19 Μαρτίου 2015
Η θεωρία ότι ο χαρακτήρα μας μπορεί να επηρεάσει την υγεία είναι πολύ παλιά, αλλά μόλις τα τελευταία χρόνια αρχίζουν να συσσωρεύονται ερευνητικά δεδομένα που της δίνουν υπόσταση.
Όπως εξηγεί ο δρ Στίβεν Μπόιλ, από το Τμήμα Ψυχιατρικής & Συμπεριφορικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Ντιουκ, στη Βόρεια Καρολίνα, είναι πλέον καλά τεκμηριωμένο ότι παράγοντες της ψυχικής υγείας σχετίζονται με την σωματική υγεία – και τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας ανήκουν στους παράγοντες αυτούς.
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως κάθε χαρακτηριστικό της προσωπικότητας είναι και επιζήμιο. Υπάρχουν ορισμένα που μας κάνουν καλό. Να τι έχει μάθει η επιστήμη για τις επιδράσεις μερικών από τα πιο συχνά:
Οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι κατ’ ανάγκην ευέξαπτοι, αλλά έχουν την τάση να εκλαμβάνουν ως εχθρικές τις κινήσεις των άλλων, εξηγεί ο δρ Μπόιλ.
Σε μελέτη με περισσότερους από 300 εθελοντές οι οποίοι ήταν υγιείς όταν δήλωσαν συμμετοχή σε αυτήν, ο δρ Μπόιλ και οι συνεργάτες του κατέληξαν στο συμπέρασμα πως όσοι είχαν τις υψηλότερες βαθμολογίες σε τεστ εχθρικότητας, είχαν κατά 25% περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν καρδιοπάθεια.
Οι επιστήμονες πιστεύουν πως οι εγγενώς επιθετικοί άνθρωποι βιώνουν εντονότερο στρες, το οποίο μπορεί να αυξάνει τα επίπεδα μιας πρωτεϊνης του ανοσοποιητικού συστήματος η οποία λέγεται C3 και σχετίζεται με διάφορα νοσήματα, όπως η καρδιοπάθεια και ο διαβήτης. Στη μελέτη του δρος Μπόιλ, οι εθελοντές με την μεγαλύτερη επιθετικότητα είχαν αυξημένα επίπεδα αυτής της πρωτεϊνης στο αίμα τους.
Πρόσφατη μελέτη επιστημόνων του Πανεπιστημίου Purdue στην Ιντιάνα, στην οποία συμμετείχαν επί τρεις δεκαετίες περισσότεροι από 1.800 εθελοντές, έδειξε ότι οι νευρωτικοί άνθρωποι είναι πιο συχνά καπνιστές – ίσως διότι το κάπνισμα καταπραϋνει παροδικά το άγχος τους, κατά τον επικεφαλής ερευνητή δρα Ντάνιελ Μρόσζεκ, καθηγητή Αναπτυξιακών Σπουδών στο Κολέγιο Υγείας & Ανθρωπίνων Επιστημών του πανεπιστημίου.
Ωστόσο, «αυτό το βραχυπρόθεσμο όφελος δεν αξίζει τον κόπο, αν είναι να τους κοστίσει πρόωρα τη ζωή», πρόσθεσε.
Η συνδυασμένη ανάλυση περισσότερων από 20 μελετών, με συνολικά 9.000 εθελοντές, που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Health Psychology», αποκάλυψε πως δίχως αυτοέλεγχο ζούμε 2 έως 4 χρόνια λιγότερο απ’ ό,τι αν τον διαθέταμε.
Ο επικεφαλής της ανάλυσης δρ Χάουαρντ Σ. Φρίντμαν, καθηγητής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Ρίβερσαϊντ, πιστεύει πως ο αυτοέλεγχος χαρίζει χρόνια στη ζωή επειδή μειώνει τις πιθανότητες καπνίσματος και υπερκατανάλωσης αλκοόλ, ενώ αυξάνει τις πιθανότητες να ζει κανείς μια σταθερή και εν πολλοίς ήρεμη ζωή.
Μελέτη με 500 ηλικιωμένους εθελοντές, τους οποίους παρακολούθησαν οι ερευνητές επί πέντε χρόνια, έδειξε πως όσοι αντιμετώπιζαν με ψυχραιμία της ζωή και ήταν εξωστρεφείς, είχαν κατά 50% λιγότερες πιθανότητες άνοιας σε σύγκριση με τους αγχώδεις οι οποίοι δεν πολυμιλούσαν κιόλας για ό,τι τους βασάνιζε.
Μελέτη με 180 πάσχοντες από περιφερειακή αρτηριακή νόσο (στενώσεις στις περιφερειακές αρτηρίες του σώματος), που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «ArchivesofSurgery», έδειξε πως όσοι ήταν εγγενώς κακόκεφοι και εσωστρεφείς διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο πρόωρο θανάτου.
Τα χαρακτηριστικά αυτά περιγράφουν την επονομαζόμενη προσωπικότητα τύπου D, στην οποία αυτό που προεξέχει είναι τα επίμονα αρνητικά συναισθήματα.
Οι ερευνητές εικάζουν ότι αυτός ο αρνητισμός έχει δυσμενείς επιπτώσεις στο ανοσοποιητικό σύστημα και μέσω αυτού στο προσδόκιμο επιβίωσης.
Μελέτη με σχεδόν 700 ισραηλινούς εθελοντές έδειξε πως όσοι είχαν τόσο έντονο εργασιακό στρες ώστε έφτασαν στο σημείο της εργασιακής εξάντλησης, είχαν διπλάσιες πιθανότητες να εκδηλώσουν τύπου 2 διαβήτη.
Ας σημειωθεί εδώ πως άλλο είναι το στρες και άλλο το άγχος. Το πρώτο εκδηλώνεται όταν μας συμβαίνει κάτι δύσκολο που μας πιέζει (λ.χ. στη δουλειά ή στην καθημερινότητα), ενώ το δεύτερο εξακολουθεί να υπάρχει όταν υποχωρήσει ο στρεσογόνος παράγοντας.